- Τζορντάνο, Λούκα
- (Giordano, Νάπολη 1632 – 1705). Ιταλός ζωγράφος, μία από τις αντιπροσωπευτικότερες φυσιογνωμίες της ευρωπαϊκής τέχνης κατά τη δεύτερη πεντηκονταετία του 17ου αι. Άρχισε νεότατος την καλλιτεχνική του δραστηριότητα μιμούμενος έργα παλαιών ζωγράφων με επιδεξιότητα, που, αν στην εποχή του του έδωσε τη φήμη του μεγαλοφυούς πλαστογράφου, φανερώνει μάλλον την ικανότητά του να ερμηνεύει ελεύθερα τα διδάγματα της τεχνοτροπίας τους. Η πραγματική όμως, αφετηρία της τέχνης του βρίσκεται στις εμπνεύσεις από τον Χουσέπε ντε Ριμπέρα και τους άλλους Ναπολιτάνους νατουραλιστές που, μετά το 1635, στράφηκαν προς μια ζωηρή πολυσύνθετη ζωγραφική με τάσεις μπαρόκ. Προς την κατεύθυνση αυτή ακριβώς στράφηκε ο Τ. κατά τα ταξίδια του στη Ρώμη και ίσως στη Βενετία, μεταξύ του 1650 και του 1654 και σε ένα βέβαιο άλλο ταξίδι του στη Βενετία το 1667, όπου ήρθε σε αμεσότερη επαφή με την τέχνη του Πιέτρο ντα Κορτόνα, για να ξαναγυρίσει αργότερα στις πηγές της νεοβενετικής ζωγραφικής, που είχε επηρεαστεί από τις αντιλήψεις του μπαρόκ.
Ήδη στα νεανικά του έργα της Νάπολης (στον Άγιο Πέτρο του Άραμ, 1654, στην Ανάληψη της Κιάγια, στο Σαν Πότιτο) και έπειτα στις εικόνες της εκκλησίας της Σωτηρίας στη Βενετία (1667-74), η ζωγραφική του Τ. εμφανίζει τα στοιχεία που θα παραμείνουν μόνιμα χαρακτηριστικά όλης της τέχνης του. Η εξαιρετική γονιμότητα του Τ. (που εξαιτίας της ταχύτητας με την οποία κατασκεύαζε τα έργα του απέκτησε το παρωνύμιο Λουκάς ο γρήγορος) δεν οφειλόταν σε απλή τεχνική ικανότητα, αλλά μάλλον στην εκπληκτική ταχύτητα της σύλληψης, που εκδηλώνεται σε πολλά έργα του και κυρίως στους μεγαλοπρεπείς διακοσμητικούς κύκλους, χαμένους πια, του αβαείου του Moντεκασίνο (1672) και σε αυτούς της εκκλησίας του Aγίου Γρηγορίου του Αρμένιου (1677-79), της Αγίας Μπριγκίτας (1678) και του Νέου Χριστού (παρεκκλήσι Μερλίνι, 1682) στη Νάπολη. Το 1682-83 ο Τ. διακόσμησε στη Φλωρεντία το παρεκκλήσι Κορσίνι στο Κάρμινε και την πινακοθήκη του μεγάρου Μέντιστι - Ρικάρντι, όπου συνέδεσε σε ζωντανό σύμπλεγμα όλο το αλληγορικομυθολογικό θέμα που του είχαν παραγγείλει.
Πάλι στη Νάπολη, ανέλαβε μεγάλες εργασίες στις εκκλησίες των Τζερολομίνι (Εκδίωξη των εμπόρων από τον ναό, 1684) και της Σάντα Ρεστιτούτα (1692). Τον ίδιο χρόνο ο Κάρολος B’ τον προσκάλεσε στη Μαδρίτη· τα πολυάριθμα έργα που εκτέλεσε στο Εσκοριάλ, στο Αρανχουέθ, στο Σαντ Αντόνιο ντε λος Πορτουγκέσες της Μαδρίτης, στη Γουαδελούπη, στο Μπουέν Ρετίρο εδραίωσαν τη φήμη του, που έγινε σχεδόν θρυλική. Επιστρέφοντας στη Νάπολη, το 1702, ζωγράφισε μερικούς πίνακες στους Τζερολομίνι και στην Αγία Μαρίνα την Αιγυπτία και τον τρούλο της μονής του Aγίου Μαρτίνου με τις Ιστορίες της Ιουδήθ· εδώ ο ηλικιωμένος πια καλλιτέχνης φτάνει στο αποκορύφωμα της τέχνης του, κινεί ελεύθερα τις μορφές μέσα σε ένα ρευστό και φωτεινό χώρο αντιδρά στις επίμονες σύγχρονες ακαδημαϊκές τάσεις, προαγγέλλει, ακόμα και με τις ανοιχτές και ευαίσθητες κλίμακες των χρωμάτων, το ροκοκό. Στα πρόθυρα του νέου αιώνα, ο Τ. γίνεται ο εκπρόσωπος του καινούργιου προσανατολισμού της τέχνης που είχε έπειτα ζωηρή επίδραση στον Κοράντο Τζακουίντο και, μέσα από το έργο του Τζοβάνι Αντόνιο Πελεγκρίνι και του Γιάκοπο Αμιγκόνι, στους Βενετούς ζωγράφους και ο οποίος τελικά κίνησε και το ενδιαφέρον του Γκόγια.
Λούκα Τζορντάνο: Η Αγία Αικατερίνη της Αλεξάνδρειας οδηγείται στο μαρτύριο. Οι επιδράσεις της ζωγραφικής του Ριμπέρα και των Ναπολιτάνων «νατουραλιστών» διακρίνονται στην έντονη ζωγραφικότητα και στη σκηνογραφική μπαρόκ σύνθεση, μέσα από τις οποίες ο ζωγράφος πραγματοποίησε αμεσότερη επαφή με την τέχνη του Πιέτρο ντα Κορτόνα. (Μουσείο του Καποντιμόντε, Νεάπολη).
Dictionary of Greek. 2013.